- ζητεία
- και ζήτεια και ζήτα, ηεπαιτεία, ζητιανιά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ζητεύω. Η λ. μαρτυρείται από το 1659 στα Έγγραφα Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πολυειδής ή Πολυείδης, Θεόκλητος — (Αδριανούπολη; τέλη 18ου αι. – 1754;/1759;). Έλληνας κληρικός, λόγιος και εκπαιδευτικός. Νέος χειροτονήθηκε μοναχός (το κοσμικό του όνομα ήταν Θεόδωρος) στην αγιορείτικη μονή των Ιβήρων, όπου χρημάτισε και ηγούμενος. Το 1713 χειροτονήθηκε… … Dictionary of Greek